εὐκαταφρόνητον

εὐκαταφρόνητον
εὐκαταφρόνητος
easy to be despised
masc/fem acc sg
εὐκαταφρόνητος
easy to be despised
neut nom/voc/acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • обидьныи — (6*) пр. 1.Пр. к обида в 1 знач. Обидьноѥ средн. в роли с. Несправедливость; насилие: сѹща˫а тѹ люди ѹбо ѹмоль ѹкроти. да ничьтоже зъла и ѡбидьна створѧть. ЧудН XII, 66б; || неправедный, нечестный: а иже дѣла˫а на чюжихъ предъ очима ихъ… …   Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)

  • LUXURIA — a luxu, quod proprie luxatio, ἐξάρτρωσις, inde intemperantia cupiditatum, cum sc. eae luxae s. solutae sunt, ἀσωτία, ἀκράτεια: circa victum et vestitum inprimis, proprie profusa impensa. Sic in victu, Luxuriosorum principes, ex Graecis quidem… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • υπονοστώ — έω, ΜΑ πηγαίνω πίσω, επανέρχομαι, επιστρέφω («ἔδοξεν αὖθις ὑπονοστεῑν καὶ κατασκήπτειν εἰς τὰς τρίηρεις», Πλούτ.) μσν. εκκλ. (για την ανθρώπινη φύση μετά από τη λύτρωση) ανακτώ την αρχική μορφή μου αρχ. 1. (για σωρό ξύλων) υποχωρώ προς τα κάτω… …   Dictionary of Greek

  • Λέσβος — I Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν γιος του Λαπίθη από τη Θεσσαλία. Φέρεται ως ιδρυτής της πόλης Μυτιλήνης του επίσης ομώνυμού του νησιού του Αιγαίου. Ο Λ. παντρεύτηκε την Μήθυμνα, κόρη του τοπικού βασιλιά Μακαρέα. Ο σχετικός μύθος υποδηλώνει ότι οι… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”